Συμβατική Παραγωγή

Εξασφαλίζουμε την επάρκεια της χώρας σε ηλεκτρική ενέργεια. Η συμβατική παραγωγή περιλαμβάνει την θερμοηλεκτρική και λιγνιτική παραγωγή, καθώς και τα ορυχεία. Ωστόσο, με προσανατολισμό στην καθαρή ενέργεια, έχουμε ήδη προγραμματίσει μεγάλα έργα σταθμών ΑΠΕ και αποθήκευσης ενέργειας στις περιοχές των Ορυχείων, τα οποία θα αντικαταστήσουν σταδιακά τις λιγνιτικές μονάδες. Επιπλέον, εξετάζονται εναλλακτικές χρήσεις και επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες στις υφιστάμενες υποδομές.

1. Θερμοηλεκτρική 

Σήμερα η ΔΕΗ έχει τον ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου ως ενεργό Σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύσιμο τον Λιγνίτη. Αποτελείται από 5 Μονάδες με συνολική εγκατεστημένη ισχύ 1.595 MWel.

Υπό κατασκευή είναι η νέα Λιγνιτική Μονάδα της ΔΕΗ Α.Ε., ΑΗΣ Πτολεμαΐδας V με εγκατεστημένη ισχύ 660 MWel η οποία θα τεθεί σε λειτουργία το έτος 2022.

2. Λιγνιτική

Τα λιγνιτωρυχεία, κυρίως της ΔΕΗ και δευτερευόντως ιδιωτών, στις περιοχές Αλιβερίου, Κοζάνης  – Πτολεμαΐδας - Φλώρινας  και Μεγαλόπολης εξασφάλισαν, από το έτος 1955 και για μια περίοδο 65 ετών περίπου, τον λιγνίτη, σημαντικό για την ελληνική οικονομία ενεργειακό καύσιμο, στον οποίο βασίστηκε ο εξηλεκτρισμός της χώρας από την ίδρυση της Επιχείρησης.

Στο παρακάτω Σχήμα παρουσιάζεται η εξάπλωση των κυριότερων λιγνιτικών κοιτασμάτων και των λιγνιτικών Κέντρων στον ελλαδικό χώρο.

 

Λιγνιτικά Κέντρα και σημαντικότερα κοιτάσματα λιγνίτη στον ελλαδικό χώρο.

Η πρώτη σοβαρή προσπάθεια για την εκμετάλλευση λιγνιτικών κοιτασμάτων στη χώρα ξεκίνησε στο Αλιβέρι (Εύβοια) το έτος 1873. Οι επιφανειακές και υπόγειες εγκαταστάσεις εξόρυξης καταστράφηκαν το έτος 1897, εξαιτίας πλημμύρας. Η εκμετάλλευση ξανάρχισε μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το έτος 1922, η ετήσια παραγωγή έφθασε τους 23.000 τόνους και διατηρήθηκε έως το έτος 1927. Το επόμενο έτος έπαυσε προσωρινά η λειτουργία των ορυχείων για οικονομικούς λόγους.


Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η ανάγκη εξηλεκτρισμού της χώρας οδήγησε στην απόφαση κατασκευής ατμοηλεκτρικού σταθμού στο Αλιβέρι. Στις 19 Μαΐου 1951 υπεγράφη σύμβαση μεταξύ της ΔΕΗ και του Γερμανικού οίκου PH.HOLZMANN A.G, υπεργολάβου της εταιρείας PIERCE MANAGEMENT INC σύμφωνα με την οποία θα εκτελούσε τις εργασίες για τις επιφανειακές εγκαταστάσεις στο Λιγνιτωρυχείο Αλιβερίου καθώς και τη διάνοιξη και όρυξη φρεάτων βάθους 115 μέτρων, στοών μήκους 1.750 μέτρων και υπόγειου αντλιοστασίου.

Επίσημα η ελληνική διοίκηση της ΔΕΗ ανέλαβε τη διεύθυνση του Λιγνιτωρυχείου την 21η Μαΐου 1954. Έκτοτε ξεκίνησε η συστηματική και εντατική εκμετάλλευση των λιγνιτικών κοιτασμάτων τόσο με υπόγειες όσο και με επιφανειακές εξορύξεις σε μία επιφάνεια έκτασης 1.700 περίπου στρεμμάτων, με την εγκατάσταση εξοπλισμού και μηχανημάτων και την εφαρμογή μεθόδων και σχετικής τεχνολογίας, πρωτοποριακών και μοναδικών για την εποχή εκείνη στον ελλαδικό χώρο, δημιουργώντας έτσι το πρώτο παραγωγικό σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας.

Το 1981 ολοκληρώθηκε η υπόγεια εκμετάλλευση του λιγνίτη και λίγο αργότερα, το 1988, περατώθηκαν και οι εργασίες επιφανειακής εκμετάλλευσης, η οποία είχε ξεκινήσει το 1975. Συνολικά από τα υπόγεια έργα του Ορυχείου Αλιβερίου εξορύχθηκαν 14,7 εκ.τόνοι και από την επιφανειακή εκμετάλλευση 3,9 εκ. τόνοι λιγνίτη.

Το μεγαλύτερο όμως Λιγνιτικό Κέντρο της Χώρας αναπτύχθηκε στην ευρύτερη περιοχή Κοζάνης  – Πτολεμαΐδας –Φλώρινας με την ανάπτυξη επιφανειακών Ορυχείων (Κύριου Πεδίου, Πεδίου Καρδιάς, Νότιου Πεδίου, Πεδίου Αμυνταίου, Αχλάδας και Κλειδιού). Οι πρώτες συστηματικές έρευνες για τον εντοπισμό και αξιολόγηση των λιγνιτών στην περιοχή αυτή άρχισαν μετά το έτος 1938. Το έτος 1955 ιδρύθηκε η εταιρεία ΛΙΠΤΟΛ, με αντικείμενο την εκμετάλλευση του λιγνίτη και τη χρησιμοποίησή του για την παραγωγή μπρικετών, αζωτούχων λιπασμάτων, ημικώκ και ηλεκτρικής ενέργειας. Το έτος 1959, το 90% των μετοχών της ΛΙΠΤΟΛ περιήλθαν στη ΔΕΗ, ενώ το έτος 1975 οι δύο εταιρείες συγχωνεύθηκαν. Από την έναρξη της λειτουργίας των Ορυχείων το έτος 1957, η παραγωγή λιγνίτη παρουσίασε σημαντική αύξηση. Συγκεκριμένα, από 1,4 εκ. τόνους (1960), ανήλθε σε 11,7 εκ. τόνους το έτος 1975,  27,3 εκ. τόνους το έτος 1985, και σε 55,8 εκ. τόνους το έτος 2002 (μέγιστη παραγωγή). Η παραγωγή διατηρήθηκε  στο ύψος των 50 εκ. τόνων ετησίως έως το έτος 2012, οπότε ξεκίνησε η σταδιακή πτώση της (Σχήμα 2). Το έτος 2020, η παραγωγή λιγνίτη από τα Ορυχεία της περιοχής του Λιγνιτικού Κέντρου Δυτικής Μακεδονίας (ΛΚΔΜ) ήταν 10,3 εκ. τόνοι.

Το δεύτερο σημαντικό Λιγνιτικό Κέντρο της Χώρας αναπτύχθηκε στην περιοχή της Μεγαλόπολης Αρκαδίας, επίσης με επιφανειακά Ορυχεία (Θωκνίας, Χωρεμίου, Κυπαρισσίων και Μαραθούσας). Το λιγνιτικό κοίτασμα Μεγαλόπολης μελετήθηκε για πρώτη φορά το έτος 1957 και τα αποτελέσματα ήταν ενθαρρυντικά. Η εκμετάλλευση του κοιτάσματος στην περιοχή ξεκίνησε το έτος 1970 και αποτέλεσε μία ιδιαίτερη περίπτωση σε παγκόσμιο επίπεδο, διότι για πρώτη φορά εξορύχθηκε και χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας λιγνίτης τόσο χαμηλής ποιοτικής στάθμης. H ετήσια παραγωγή λιγνίτη από 4,1 εκ. τόνους το 1971, σταδιακά ανήλθε σε 14,5 εκ. τόνους το έτος 2002 (μέγιστη παραγωγή). Η παραγωγή διατηρήθηκε  στο ύψος των 13-14 εκ. τόνων ετησίως έως το έτος 2008, οπότε ξεκίνησε μικρή σταδιακή πτώση. Την πενταετία 2015-2019 η παραγωγή κυμάνθηκε στο επίπεδο των 6-8 εκ. τόνων ετησίως. Το έτος 2020 η παραγωγή λιγνίτη από τα ορυχεία Μεγαλόπολης ήταν 2,8 εκ. τόνοι.

Το έτος 2018 συστάθηκαν θυγατρικές εταιρείες με την επωνυμία ΛΙΓΝΙΤΙΚΗ ΜΕΛΙΤΗΣ Α.Ε. και ΛΙΓΝΙΤΙΚΗ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΗΣ Α.Ε. Στην πρώτη εισφέρθηκαν ως κλάδος τα περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα και υποχρεώσεις που αφορούν στη λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγική δραστηριότητα στην περιοχή της Μελίτης Φλώρινας και στην ευρύτερη αυτής περιοχή, όπου έχουν χωροθετηθεί δημόσια λιγνιτικά κοιτάσματα, και στη δεύτερη τα περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα και υποχρεώσεις που αφορούν στη λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγική δραστηριότητα στην περιοχή της Μεγαλόπολης Αρκαδίας.
Κατά το έτος 2020, η παραγωγή λιγνίτη από τη ΔΕΗ ΑΕ και τις θυγατρικές της εταιρείες ανήλθε σε 13,1 εκ. τόνους. Συνολικά, από την έναρξη της παραγωγής των λιγνιτωρυχείων της ΔΕΗ και έως το τέλος του έτους 2020, εξορύχθηκαν 2,2 δισ. τόνοι λιγνίτη. Για την παραγωγή αυτή, διακινήθηκαν συνολικά περίπου 10 δισ. κυβικά μέτρα υλικών.

Αναφορικά με το ποσοστό συμμετοχής των λιγνιτικών μονάδων στο διασυνδεδεμένο σύστημα ηλεκτροπαραγωγής της Χώρας, την περίοδο 1984-2005 αυτό κυμάνθηκε σε πολύ υψηλά επίπεδα, από 64,2 % έως 79,7% (το έτος 1989).
Σημειώνεται ότι για τα λιγνιτικά κοιτάσματα Ελασσόνας και Δράμας, πραγματοποιήθηκε σημαντική λιγνιτική έρευνα, χωρίς όμως να αναπτυχθούν Ορυχεία στις περιοχές αυτές.

Απολιγνιτοποίηση. Τα τελευταία έτη, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη έχει μειωθεί σημαντικά, κυρίως λόγω της σημαντικής αύξησης της τιμής των δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Σύμφωνα με το ισχύον Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ, ΚΥΣΟΙΠ/4/31.12.2019, ΦΕΚ 4893/Β’/31.12.2019), η απολιγνιτοποίηση της χώρας θα διαρκέσει το αργότερο έως το έτος 2028, με τα νεότερα όμως δεδομένα προβλέπεται ενωρίτερη παύση της λιγνιτικής παραγωγής.

Η ραγδαία μείωση της παραγωγής λιγνίτη σχετίζεται συνεπώς με τις δυσμενείς συνθήκες αγοράς και την απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων. Ήδη έχουν οριστικά τεθεί εκτός λειτουργίας και αποσυρθεί, τα παρακάτω μέσα παραγωγής (8/2021):

    1. Μονάδα Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και ΙV ΑΗΣ Πτολεμαΐδας
    2. Μονάδα Ι και ΙΙ ΑΗΣ ΛΙΠΤΟΛ
    3. Μονάδα Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και ΙV ΑΗΣ Αλιβερίου
    4. Μονάδα Ι, ΙΙ και ΙΙΙ ΑΗΣ Κερατέας – Λαυρίου
    5. Μονάδα 8 και 9 ΑΗΣ Αγίου Γεωργίου
    6. Μονάδα Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και IV ΑΗΣ Καρδιάς
    7. Μονάδα Ι και ΙΙ ΑΗΣ Αμυνταίου – Φιλώτα
    8. Ορυχείο Πεδίου Αμυνταίου
    9. Ορυχείο Πεδίου Καρδιάς

και έως το τέλος του 2023 θα διακοπεί και η παραγωγική λειτουργία των Ορυχείων Μεγαλόπολης. Στα Σχήματα 4 και 5 παρουσιάζονται τα εκτιμώμενα τελικά όρια των Ορυχείων στις περιοχές Πτολεμαΐδας - Αμυνταίου και Μεγαλόπολης.

 

Η ΔΕΗ έχει ήδη εκπονήσει ολοκληρωμένο σχεδιασμό ταχείας απολιγνιτοποίησης. Στο πλαίσιο αυτό, έχει σχεδιασθεί η περάτωση της λειτουργίας των Ορυχείων και η λειτουργική βελτιστοποίηση της λιγνιτικής παραγωγής, σε συνδυασμό με τη βέλτιστη περιβαλλοντική αποκατάσταση και την αξιοποίηση των αντίστοιχων περιοχών, με εφαρμογή αρχών κυκλικής οικονομίας.

ΑΗΣ Αλιβερίου

Ορυχεία

Στο ΛΚΔΜ, μετά την παύση της παραγωγικής λειτουργίας των Ορυχείων Αμυνταίου – Λακκιάς και Καρδιάς, σε λειτουργία βρίσκονται το Ορυχείο Νοτίου Πεδίου και το Ορυχείου Μαυροπηγής, το οποίο υπάγεται στον Κλάδο Ορυχείου Κεντρικού Πεδίου.

Τα Ορυχεία αυτά τροφοδοτούν τις μονάδες του Ατμοηλεκτρικού Σταθμού (ΑΗΣ) Αγίου Δημητρίου και προβλέπεται να τροφοδοτήσουν τη νέα μονάδα V του ΑΗΣ Πτολεμαΐδας, για όσο χρονικό διάστημα λειτουργήσει αυτή με λιγνίτη.

Η εκμετάλλευση στα Ορυχεία αυτά διενεργείται με τον κύριο εξοπλισμό συνεχούς λειτουργίας (καδοφόροι εκσκαφείς – ταινιόδρομοι - αποθέτες) και συμπληρωματικά με εξοπλισμό ασυνεχούς λειτουργίας (εκσκαφείς ανεστραμμένου κάδου – χωματουργικά αυτοκίνητα).

Κατά το έτος 2020, η συνολική παραγωγή λιγνίτη από τα δύο ορυχεία ανήλθε σε 8 εκ. τόνους, με συνολικές εκσκαφές 67,27 εκ. κυβικά μέτρα και σχέση εκμετάλλευσης (όγκος αγόνων υλικών ανά τόνο λιγνίτη) 7,58 m3/t.



Στην περιοχή της Μεγαλόπολης (Λιγνιτική Μεγαλόπολης Α.Ε) βρίσκεται σε λειτουργία το Ορυχείο Χωρεμίου, στο νότιο τμήμα της λεκάνης, κυρίως με εξοπλισμό συνεχούς λειτουργίας.
Το Ορυχείο αυτό τροφοδοτεί με λιγνίτη τη μονάδα ΑΗΣ Μεγαλόπολης Β’, η οποία είναι η μόνη σε λειτουργία. Η περάτωση του Ορυχείου εκτιμάται περί τα μέσα του έτους 2023.

Με το βλέμμα στο μέλλον

Η Επιχείρηση, με προσανατολισμό στην καθαρή ενέργεια, έχει ήδη προγραμματίσει μεγάλα έργα σταθμών ΑΠΕ και αποθήκευσης ενέργειας στις περιοχές των Ορυχείων, τα οποία θα αντικαταστήσουν τις λιγνιτικές μονάδες μετά την απόσυρσή τους από το δίκτυο παραγωγής. Επιπροσθέτως, στο πλαίσιο της ομαλής κοινωνικής, περιβαλλοντικής και οικονομικής μετάβασης των περιοχών στη μεταλιγνιτική περίοδο, εξετάζονται εναλλακτικές χρήσεις και επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες στις υφιστάμενες υποδομές, με ιδιαίτερη έμφαση στο ανθρώπινο δυναμικό και στην περιβαλλοντική αποκατάσταση των εδαφών.

Βασικοί άξονες δραστηριότητας της Επιχείρησης στον τομέα της απολιγνιτοποίησης της ηλεκτροπαραγωγής είναι:

    1. Η αποκατάσταση των εδαφών των περιοχών που έχει αναπτυχθεί δραστηριότητα εξόρυξης λιγνίτη και ηλεκτροπαραγωγής από λιγνίτη, πετρέλαιο και ΦΑ. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται εργασίες όπως: μελέτες αποκατάστασης, χωματουργικές εργασίες για την τελική διαμόρφωση των εδαφών των ορυχείων, διαστρώσεις φυτικής γης, φυτεύσεις, συντηρήσεις φυτεύσεων, κατεδαφίσεις κτιρίων, αποξήλωση εξοπλισμού κλπ. οι οποίες υλοποιούνται από την Επιχείρηση.
    2. Η ανάπτυξη στις ανωτέρω περιοχές νέων, φιλικών προς το περιβάλλον, δραστηριοτήτων από την Επιχείρηση (σταθμούς ΣΗΘΥΑ, υβριδικούς σταθμούς, φωτοβολταϊκά πάρκα, σταθμούς αποθήκευσης ενέργειας κ.α.) σε συνεργασία πολλές φορές με άλλους εταίρους.
    3. Δημιουργία στις ανωτέρω περιοχές κόμβων κυκλικής οικονομίας.
    4. Αξιοποίηση του εξοπλισμού και των υλικών – ανταλλακτικών των αποσυρόμενων μέσων παραγωγής με σκοπό την βελτιστοποίηση του οφέλους της Επιχείρησης.
    5. Απόδοση αποκατεστημένων εδαφών στην κοινωνία στο πλαίσιο της ομαλής κοινωνικής, περιβαλλοντικής και οικονομικής μετάβασης των περιοχών στη μεταλιγνιτική περίοδο για την ανάπτυξη νέων δραστηριοτήτων.

 

Ο στρατηγικός σχεδιασμός της ΔΕΗ είναι απόλυτα συμβατός και συμπληρωματικός με τον αντίστοιχο του Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΣΔΑΜ), το οποίο αποσκοπεί στην ομαλή και δίκαιη μετάβαση της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας και του Δήμου Μεγαλόπολης στη μεταλιγνιτική περίοδο, εισάγοντας ένα νέο διαφοροποιημένο οικονομικό πρότυπο στους πυρήνες των Ζωνών Απολιγνιτοποίησης.


Τον Οκτώβριο του 2020 συστάθηκε η Διεύθυνση Νέων Δραστηριοτήτων Παραγωγής που σκοπό έχει την ανάπτυξη νέων δραστηριοτήτων παραγωγής στο πλαίσιο του επιχειρησιακού σχεδιασμού της Επιχείρησης για την απολιγνιτοποίηση και με στόχο τη μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων των αποσυρόμενων μέσων της λιγνιτικής παραγωγής και της σχετικής τεχνογνωσίας της Επιχείρησης.