Απόβλητα / Κυκλική Οικονομία

Η ΔΕΗ έχει ήδη προχωρήσει στην καταχώρηση της τέφρας την οποία εκμεταλλεύεται και εμπορικά, στο πλαίσιο των απαιτήσεων του Ευρωπαϊκού Κανονισμού REACH.

Κυκλική Οικονομία

Αξιοποίηση υποπροϊόντων καύσης λιγνίτη 

Το κύριο υποπροϊόν της ΔΕΗ Α.Ε. είναι η τέφρα (ιπτάμενη και πυθμένα), ενώ σε μεγάλες ποσότητες παράγεται και γύψος από τις Μονάδες αποθείωσης των θερμοηλεκτρικών σταθμών. Η Εταιρεία έχει ήδη προχωρήσει στην καταχώρηση της τέφρας την οποία εκμεταλλεύεται και εμπορικά, στο πλαίσιο των απαιτήσεων του Ευρωπαϊκού Κανονισμού REACH. 

Το 2019, από την καύση του λιγνίτη στους θερμοηλεκτρικούς σταθμούς της Εταιρείας, παρήχθησαν σχεδόν 3.463 χιλ. τόνοι ιπτάμενης τέφρας και 144 χιλ. τόνοι τέφρας πυθμένα. 

Σε πλήρη εναρμόνιση με το πνεύμα και τους στόχους της κυκλικής οικονομίας, ιδίως της τάσης για μείωση των αποβλήτων μέσω της πρόληψης δημιουργίας αυτών (που αποτελεί την πρώτη ιεραρχικά προτεραιότητα με βάση την Ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία) και βασικό στόχο της Εθνικής Στρατηγικής για την Κυκλική Οικονομία (ΥΠΕΝ, Δεκ. 2018), η αξιοποίηση της τέφρας των λιγνιτικών σταθμών της ΔΕΗ Α.Ε. αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα κυκλικής οικονομίας. Η τέφρα χρησιμοποιείται ευρέως σε διάφορες εμπορικές εφαρμογές (ενδεικτικά στη βιομηχανία τσιμέντου, σε έργα οδοποιίας κ.λπ.), λόγω των ποζολανικών (δηλαδή των σταθεροποιητικών) και υδραυλικών της ιδιοτήτων.

Επιπρόσθετα, αξιοποιείται μέσω της ανάμιξής της με τα άγονα υλικά εκσκαφών των Ορυχείων Πτολεμαΐδας, όπου χρησιμοποιείται απευθείας και χωρίς επεξεργασία. Οι ποζολανικές και υδραυλικές ιδιότητες της τέφρας την καθιστούν το πλέον κατάλληλο υλικό σταθεροποίησης εδαφών για περαιτέρω χρήση, καθώς έχει διαχρονικά αποδειχθεί στην πράξη, αλλά και από επιστημονικές μελέτες, ότι με τη συναπόθεση αγόνων-τέφρας ενισχύεται αφενός η γεωτεχνική σταθερότητα των πρανών των αποθέσεων, αφετέρου η γεωχημική σταθερότητα των αγόνων, που χρησιμοποιούνται για την πλήρωση/αποκατάσταση των κοιλοτήτων εκσκαφής και των εξωτερικών αποθέσεων των ορυχείων. 

Η αξιοποίηση συνεπώς της τέφρας αποτελεί μία κατεξοχήν περίπτωση πρόληψης παραγωγής αποβλήτων και εκμετάλλευσης διαθέσιμου πόρου, που συντελεί στην εξοικονόμηση πρώτων υλών, την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και την δημιουργία προστιθέμενης αξίας στο υλικό. 

Ένα από τα πλέον ενδεικτικά παραδείγματα επιτυχούς αξιοποίησης τέφρας, και μάλιστα σε έργο μεγάλης κλίμακας, αποτελεί η κατασκευή του φράγματος της Πλατανόβρυσης, στο οποίο η συνδετική κονία αποτελούνταν από 80% κατεργασμένη ιπτάμενη τέφρα Πτολεμαΐδας. Το εγχείρημα ήταν πρωτοποριακό όχι μόνο για τα ελληνικά αλλά και για τα παγκόσμια τεχνικά δεδομένα. 

Επαναχρησιμοποίηση νερού ψύξης και αποστράγγισης ορυχείων 

Στις περιοχές των θερμικών σταθμών παραγωγής γίνονται απολήψεις νερών από διάφορες πηγές και για διάφορες χρήσεις, όπως στους Πύργους Ψύξης η ψύξη των πύργων των σταθμών παραγωγής. Στην κατεύθυνση της ορθολογικής διαχείρισης νερού, η ΔΕH ανακυκλώνει και επαναχρησιμοποιεί σημαντικές ποσότητες, με αποτέλεσμα τη μείωση του συνολικού όγκου που απαιτείται για την κάλυψη των αναγκών της. Οι σχετικές ποσότητες νερού που ανακυκλώνονται και επαναχρησιμοποιούνται στις παραγωγικές της μονάδες, είναι 11,85% για τις λιγνιτικές μονάδες και 54,73% για τις πετρελαϊκές μονάδες. Σημειώνεται ότι για την εκτίμηση των παραπάνω ποσοστών ανακύκλωσης δεν λαμβάνεται υπόψη η ποσότητα του θαλασσινού νερού ψύξης. 

Κατά το έτος 2019, όπως και στο παρελθόν, στις περιοχές εξορυκτικής δραστηριότητας της ΔΕΗ τα αντλούμενα ύδατα (επιφανειακά και υπόγεια) για την προστασία των ορυχείων, που δεν χρησιμοποιούνται για την κάλυψη των αναγκών αυτών, διατίθενται σε όμορους δήμους κυρίως για την κάλυψη αρδευτικών αναγκών.
Οι πλεονάζουσες ποσότητες επαναδιατίθενται στους επιφανειακούς αποδέκτες (ρέμα Σουλού, αρδευτικά κανάλια και ρέμα Χειμαδίτιδας-Πετρών στο Λιγνιτικό Κέντρο Δυτικής Μακεδονίας) ενισχύοντας το υδατικό ισοζύγιο των αντίστοιχων περιοχών, βελτιώνοντας την ποιότητα των επιφανειακών υδάτων και εξασφαλίζοντας την ισορροπία του οικοσυστήματος, με διατήρηση, σε μερικές περιπτώσεις, της οικολογικής παροχής (ρέμα Σουλού).
 

Τηλεθέρμανση 

Η παροχή υπηρεσιών τηλεθέρμανσης αποτελεί πρότυπο βιώσιμης διαχείρισης, όπως αποτυπώνεται και στους στόχους της Εθνικής Στρατηγικής για την Κυκλική Οικονομία για βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης στις παραγωγικές διαδικασίες. Ταυτόχρονα επιτυγχάνεται σημαντική εξοικονόμηση εκπομπών CO2 που σε διαφορετική περίπτωση θα προκαλούνταν από την κάλυψη αναγκών θέρμανσης. Ενδεικτικά, για το έτος 2020, εκοικονομήθηκαν περίπου 548 GWh θερμικής ενέργειας με τη χρήση τηλεθέρμανσης (542 GWh από εγκαταστάσεις της ΔΕΗ Α.Ε. και 6 GWh από τη Μονάδα ΙΙΙ της θυγατρικής εταιρείας Λιγνιτικής Μεγαλόπολης Μονοπρόσωπη Α.Ε.). 

Απόβλητα

Η ορθή διαχείριση των αποβλήτων συμβάλλει στην αποδοτική λειτουργία της Εταιρείας και στη συμμόρφωσή της με την περιβαλλοντική νομοθεσία, ενώ ελαχιστοποιούνται οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε όλους τους αποδέκτες. 

Η Επιχείρηση ερευνά συνεχώς τρόπους για περαιτέρω μείωση των ποσοτήτων των αποβλήτων που παράγονται από τις δραστηριότητές της και καταβάλει προσπάθειες για τη μετατροπή των δυνητικών αποβλήτων σε χρήσιμα υλικά. 

H ΔΕΗ το έτος 2020, διέθετε εξήντα τρεις (63) εγκαταστάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Ηλεκτρονικού Μητρώου Αποβλήτων (ΗΜΑ). Μέσω του ΗΜΑ εκπληρώνεται η υποχρέωση των περιβαλλοντικά αδειοδοτημένων εγκαταστάσεων για υποβολή ετήσιας έκθεσης αποβλήτων. 

Στερεά απόβλητα 

Η ΔΕΗ διαχειρίζεται τα στερεά απόβλητα (επικίνδυνα και μη) που προκύπτουν από την παραγωγική διαδικασία της (Μονάδες παραγωγής ενέργειας και Ορυχεία) σύμφωνα με τα όσα προβλέπει η νομοθεσία, με γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος και τη βιώσιμη ανάπτυξη. 

Η διαχείριση γίνεται μέσω της συνεργασίας της ΔΕΗ με αδειοδοτημένες (ανά κατηγορία αποβλήτου) εταιρείες συλλογής, μεταφοράς, διαχείρισης και αξιοποίησης αποβλήτων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, καθώς και με εταιρείες συστημάτων εναλλακτικής διαχείρισης, που έχουν τις προβλεπόμενες από τη νομοθεσία εγκρίσεις του Εθνικού Οργανισμού Ανακύκλωσης. 

Υγρά απόβλητα 

Όλοι οι σταθμοί παραγωγής ενέργειας της ΔΕΗ διαθέτουν σύγχρονα συστήματα επεξεργασίας των υγρών αποβλήτων τους, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις αποφάσεις έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων κάθε εγκατάστασης, καθώς και με το Εγχειρίδιο Βέλτιστων Διαθέσιμων Τεχνικών για τις Μεγάλες Εγκαταστάσεις Καύσης. 

Παράλληλα, η ΔΕΗ λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την ελαχιστοποίηση των διαρροών και την ασφαλή συλλογή των απόβλητων λιπαντικών ελαίων και υγρών καυσίμων σε κατάλληλες δεξαμενές. 

Η διάθεση των επεξεργασμένων υδατικών αποβλήτων γίνεται είτε σε φυσικούς επιφανειακούς αποδέκτες είτε υπεδάφια, ανάλογα με τη θέση της εγκατάστασης και τις σχετικές εγκρίσεις. 

Η Εταιρεία παρακολουθεί συστηματικά τις ποσότητες και τα χαρακτηριστικά των παραγόμενων αποβλήτων και ενημερώνει συστηματικά τις αρμόδιες υπηρεσίες, όπως προβλέπεται.